Μυσίας

Μυσίας
Μῡσίᾱς , Μύσιος
fem acc pl
Μῡσίᾱς , Μύσιος
fem gen sg (attic doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • μυσίας — μυσίᾱς , μυσία fem acc pl μυσίᾱς , μυσία fem gen sg (attic doric aeolic) μυσίᾱς , μυσιάω breathe hard imperf ind act 2nd sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • υποπλάκιος — ία, ον, Α 1. αυτός που βρίσκεται κάτω από το όρος Πλάκος τής Μυσίας·2. φρ. «Ὑποπλάκιοι Θῆβαι» πόλη τής Μυσίας στους πρόποδες τού όρους Πλάκος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο) * + Πλάκος «ονομ. όρους τής Τροίας» + κατάλ. ιος] …   Dictionary of Greek

  • Αίσηπος — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Εγγονός του Λαομέδοντα, γιος του Βουκολίωνα, και της Αβαρβαρέας, δίδυμος αδελφός του Πήγασου. Και οι δύο σκοτώθηκαν από τον Ευρύαλο, υπαρχηγό του Διομήδη. 2. Ποτάμιος θεός, γιος του Ωκεανού και της Θέτιδας. II… …   Dictionary of Greek

  • Γέρμη — Ονομασία αρχαίων πόλεων. 1. Πόλη της Μυσίας μεταξύ Περγάμου και Θυάτειρων, κοντά στον ποταμό Κάικο. 2. Πόλη της Μυσίας στα όρια της Φρυγίας, μεταξύ Μακίστου και Απολλωνίας λίμνης. Διασώθηκαν νομίσματά της με παραστάσεις του Απόλλωνα. 3. Πόλη της… …   Dictionary of Greek

  • Μικρά Ασία — Χερσονησιακή περιοχή στο δυτικότερο τμήμα της ασιατικής ηπείρου. Πολιτικά ανήκει στην Τουρκία. Έχει περίπου ορθογώνιο σχήμα και ορίζεται στα Β από τον Εύξεινο Πόντο, στα ΒΔ από τον Βόσπορο και την Προποντίδα, στα Δ από το Αιγαίο και στα Ν από τη… …   Dictionary of Greek

  • Τεγέα — Oνομασία αρχαίων ελληνικών πόλεων. 1. Πόλη της Κρήτης. Κατά την παράδοση την έχτισε ο Αγαμέμνονας, γυρνώντας από την Τροία. Στην ίδια παράδοση ο βασιλιάς των Μυκηνών έχτισε στο νησί και 2 άλλες πόλεις. Ο Στέφανος Βυζάντιος όμως γράφει: «έστι και… …   Dictionary of Greek

  • Ύλας — Γιος του βασιλιά της Μυσίας Θεοδάμαντα, γνωστός για την ομορφιά του. Μετά το φόνο του πατέρα του από τον Ηρακλή στην ασιατική του εκστρατεία, ο Ύ. έγινε αφοσιωμένος σύντροφος και θαυμαστής του ήρωα, και τον ακολούθησε στην Αργοναυτική εκστρατεία …   Dictionary of Greek

  • ПРОВИНЦИЯ —    • Provincĭa,          называется     I.          вообще круг действия, поручение, напр., provincia urbana, prov. maritima, предводительство флотом;     II.          П., т. е. всякая покоренная страна вне Италии, управляемая из Рима через… …   Реальный словарь классических древностей

  • PAEONES — populi Macedoniae in Mysiae superioris confinio, a Philippo domiti, quos Herodot. ad Strymonem fluv. describit; Dio ad Rhodopen montem; Ptol. ad ortum Haliacmonis fluvii, Horum regio Paeonia, Strab. Plin. l. 4. c. 10. et Ptol. intra montes. Sic… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • PUBLIUS Proconsul — memoratur Constantino, l. 1. de Themat. et Inscr. cuiusdam monumenti Smyrnae, quae sic habuit, Πούβλιος ἀνθύπατος ἄρχων Ι᾿ωνίας, Φρυγίας, Αἰολίδος, Μηονίας, Λυδίας, Ε῾λλησπόντου, Μυσίας, Βιθυνίας, Ταρσίας, Γαλατίας, Μαριανδυιῶν, Πόντου,… …   Hofmann J. Lexicon universale

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”